| INGLESE / ENGLISH [1]
|
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΠΙΕΡΟΥ | PETER’S WAR |
| |
Κοιμάσαι μέσα στα χωράφια του σταριού | You lie slain, in a cornfield sleeping, |
δεν είναι τα τριαντάφυλλα ή οι τουλίπες | and neither the rose or the ladytulip |
που σε προστατεύουν από τη σκιά των λαγουμιών | are watching you in the shadow of ditches, |
αλλά είναι χίλιες κόκκινες παπαρούνες. | but thousands of blood-red poppies. |
| |
« στις όχθες του χειμάρρου μου | "Along the banks of this country stream |
θα ήθελα να κατεβαίνουν οι ασημόχρωμοι λούτσοι | I’d like to spy the silver pike swimming, |
και όχι τα πτώματα των στρατιωτών | and not a suite of soldiers’ corpses |
αγκαλιασμένα από το ρεύμα του ποταμού » | brought with the stream, like dead branches." |
| |
Έτσι έλεγες και ήταν χειμώνας | You said so, and it was a cold winter, |
και όπως οι άλλοι προς την κόλαση πήγαινες | and, just like others, you’re bound to hell |
λυπημένος όπως ήσουν υποχρεωμένος να κάνεις, | marching so sadly to your sad duty, |
ο αέρας σου φτύνει το χιόνι στο πρόσωπο | the wind’s spitting snow in your face. |
| |
Σταμάτα Πιέρο, σταμάτα τώρα | Stop your steps, Peter, stop your steps now! |
άσε να περάσει ο αέρας για λίγο από επάνω σου | Allow the wind to fondle your body, |
κουβαλάς επάνω σου τις φωνές όλων που πέθαναν στις μάχες | you bear the voice of all the fallen |
όσων έδωσαν μια ζωή και σε αντάλλαγμα πήραν ένα σταυρό. | who gave their lives for a wooden cross. |
| |
Μα εσύ δεν τον άκουσες και ο χρόνος περνούσε | But you didn’t hear them, and time passed by |
με τον ρυθμό των εποχών χόρευες | with the seasons at a java step |
και έφτασες να περάσεις τα σύνορα | and so you were ready to cross the border |
μια ωραία μέρα την άνοιξης | in a warm and bright spring day. |
| |
και ενώ προχωρούσες με την ψυχή στο στόμα | And walking on shouldering your soul |
βλέπεις έναν άνθρωπο στο βάθος της πεδιάδας | you noticed a man down there in the valley |
που είχε την ίδια σου ψυχική κατάσταση | walking in the same sad mood as you |
αλλά φόραγε στολή με διαφορετικό χρώμα | but with a uniform of a different colour. |
| |
Ρίξε του, Πιέρο, ρίξε του τώρα | Shoot him, Peter, shoot at him now! |
και μετά την πρώτη βολή,ρίξε του ακόμα | Shoot again to make sure he’s dead, |
ώσπου να τον δεις άψυχο | until he falls dead to the ground |
να πέφτει κάτω και να καλύπτεται από το αίμα του | and covers his own blood deadly wounded. |
| |
«και εάν του ρίξω στο μέτωπο ή στη καρδιά | "And if I aim at his front or at his heart |
θα έχει μόνο λίγο χρόνο για να πεθάνει | I’ll leave him only the time to die, |
αλλά για μένα θα υπάρχει χρόνος για να δω | but I shall have plenty of time |
να δω τα μάτια ενός ανθρώπου που πεθαίνει» | to look in the eyes of a dying man." |
| |
και ενώ εσύ διστάζεις και το σκέπτεσαι | And while you are so kind to him, |
εκείνος γυρίζει, σε βλέπει, φοβάται | he turns around, sees you and gets frighten’d; |
και παίρνοντας στα χέρια το πολυβόλο | he brings his rifle to firing position |
δεν σου ανταποδίδει τη χάρη. | and doesn’t repay you for your favour. |
| |
Έπεσες κάτω στη γη σιωπηλά | You fell to the ground without even a cry |
και κατάλαβες σε ένα μόνο λεπτό, | and you noticed in no less than a moment |
ότι ο χρόνος σου δεν επαρκούσε | that you’d not have enough time |
για να ζητήσεις συγχώρεση για κάθε αμαρτία σου | to beg pardon for all your sins. |
| |
Έπεσες κάτω στη γη σιωπηλά | You fell to the ground without even a cry |
και κατάλαβες σε ένα μόνο λεπτό, | and you noticed in no less than a moment |
ότι η ζωή σου θα τέλειωνε εκείνη την ημέρα | that your life had be put an end, |
και ότι δεν θα υπήρχε ποτέ πια επιστροφή | and that you’d never come back home. |
| |
« Νινέτα μου, για να πεθάνεις το μήνα Μάη | "Oh Jenny darling, to die in May |
χρειάζεται πολύ υπερβολικό κουράγιο | one needs much and maybe too much courage. |
Νινέτα μου όμορφη, κατευθείαν στη κόλαση | Oh Jenny darling, I’d like best |
θα προτιμούσα να πάω τον χειμώνα» | to go to hell in a cold winter day." |
| |
και ενώ τα στάχια καθόταν να σε ακούσουν | And while the corn was listening to your words |
μέσα στα χέρια κρατούσες το τουφέκι | you held your rifle clenched in your hands, |
μέσα στο στόμα έσφιγγες λόγια | you held your words frozen in your mouth |
πολύ παγωμένα για να λιώσουν στη ζέστη του ήλιου | that would never have melt in the sunrays. |
| |
Κοιμάσαι μέσα στα χωράφια του σταριού | You lie slain, in a cornfield sleeping, |
δεν είναι τα τριαντάφυλλα ή οι τουλίπες | and neither the rose or the ladytulip |
που σε προστατεύουν από τη σκιά των λαγουμιών | are watching you in the shadow of ditches, |
αλλά είναι χίλιες κόκκινες παπαρούνες. | but thousands of blood-red poppies. |