| Versione greca di Riccardo Venturi
|
EL BAILE | Ο ΧΟΡΟΣ |
| |
En un campo de cenizas donde la vida armenia | Σ'έναν κάμπο στάχτης, όπου η αρμενική ζωή |
seguía muriendo, | πέθαινε ακόμα, |
una alemana, tratando de no llorar, | μια Γερμανίδα, προσπαθώντας να μην κλάψει |
me narró el horror que atestiguó: | μου διηγήθηκε για τη φρικαλεότητα που την είδε. |
| |
“Esto que te cuento | “Αυτό που σου το διηγούμαι |
lo vi con mis propios ojos. | το είδα με τα μάτια μου |
Tras mi ventana infernal | πίσω από το παράθυρό μου της κόλασης. |
apreté los dientes | Έσφιγξα τα δόντια μου |
y vi el pueblo de Bardez ser reducido | κι είδα το χωριό Μπαρντέζ |
a un montón de cenizas. | που το μετέβαλαν σ'ένα σωρό στάχτης. |
Los cadáveres se alzaban en pilas tan altas como un árbol | Τα πτώματα σε στοίβες ψηλές σα δέντρα, |
y, de los manantiales, de las corrientes y de los caminos, | κι από τις πηγές, τα ποτάμια και το δρόμο |
la sangre emitía un terco murmullo | το αίμα γουργούριζε υπόκωφο |
que aún clama venganza en mis oidos. | κι ακόμα φωνάζει εκδίκηση στ'αυτιά μου. |
| |
No temas; debo contarte lo que vi | Μη φοβήσου. Πρέπει να σου πω τι είδα, |
para que la gente conozca | κι έτσι ο κόσμος θα καταλάβει |
los crímenes que el hombre inflige al hombre. | τι είδους εγκλήματα οι άνθρωποι κάνουν στους ανθρώπους. |
Durante dos días, junto al camino al cementerio. | Για δύο μέρες, στο δρόμο για το κοιμητήριο... |
| |
Que los corazones del mundo comprendan! | Να το καταλάβουν οι καρδιές του κόσμου, |
Era una mañana de domingo, | ήταν μια κυριακή το πρωί, |
del primer domingo inútil que amanecia sobre los cadaveres. | η πρώτη, ανώφελη κυριακή που ανέτελλε πάνω από τα πτώματα. |
Del crepúsculo al ocaso había estado en mi habitación | Απ'το πρωί στο βράδυ είχα μείνει στο δωμάτιό μου |
con una mujer apuñalada | μαζί με μία μαχαιρωμένη γυναίκα, |
-su muerte humedecida por mis lágrimas- | τα δάκρυά μου βρέχανε τον θάνατό της - |
cuando escuché a lo lejos, | όταν άκουσα από μακριά |
parada en un viñedo, a una turba oscura | ένα υπόκωφο πλήθος σ'έναν αμπελώνα |
que azotaba a veinte vírgenes | να μαστιγώνει είκοσι κορίτσια |
y entonaba cantos inmundos. | τραγουδώντας αισχρά τραγούδια. |
| |
Dejé a la chica medio muerta en el colchón de paja | Άφησα τη γυναίκα να ψυχομαχεί στο αχυρόστρωμα |
y salí al balcón de mi ventana. | και πήγα στο μπαλκόνι του παράθυρού μου. |
La turba parecía crecer como una mata. | Το πλήθος φαινόταν να πυκνωθεί σα δασιά δέντρα |
Un animal humano gritó “ Debéis danzar, | ενώ ένα θηρίο άντρα φώναζε, Χορέψτε, |
danzar al son de nuestro tambor!” | χορέψτε με τη τυμπανοκρουσία! |
Con furia chasquearon los latigos | Με θυμό πλατάγιζαν τα μαστίγια |
sobre las carnes de estas mujeres. | στη σάρκα εκείνων των γυναικών. |
Tomadas de la mano, las vírgenes comenzaron su | Χέρι στο χέρι, τα κορίτσια άρχισαν να χορέψουν σε κύκλο. |
danza circular. Envidiaba ahora a mi vecina herida | Σ'εκείνη τη στιγμή φθωνούσα την πληγωμένη μου γειτόνισσα |
quien, con un calmo ronquido, | που άσθμαινε ήσυχα και καταριόταν |
maldecía al universo y entregaba su alma a las estrellas... | τον κόσμο και παράδιδε την ψυχή της στα αστέρια... |
| |
“¡Bailen!, clamaban | Χορέψτε, φωνάζανε, |
“¡Bailen hasta la muerte, bellezas infieles! | Χορέψτε μέχρι να πεθάνετε, άπιστες καλλονές |
¡Bailen con vuestras tetas batientes! | με τις ρόγες σας που χτυπάνε, χορέψτε! |
¡¡Sonreídnos!! ¡Estáis perdidas! | Χαμογελάστε μας τώρα, είστε μόνες, |
¡Sois esclavas desnudas! | εσείς, γυμνές σκλάβες, |
¡Bailen, pues, como un racimo de miserables putas! | κι έτσι χορέψτε, τσούρμο πουτάνες, |
¡Vuestros cuerpos muertos nos ponen calientes!” | μας διεγείρουν τα νεκρά σας σώματα. |
Veinte agraciadas vírgenes se desplomaron. | Είκοσι ωραία κορίτσια πέσανε καταγής. |
“¡Levantaos!”, gritaba la turba | Σταθείτε, φώναζε το πλήθος |
blandiendo sus espadas. | κραδαίνοντας τα σπάθια. |
| |
Alguién trajo entonces un jarro de keroseno. | Τότε κάποιος έφερε ένα μπετόνι κηροζίνη, |
Justicia humana, escupo tu faz. | ανθρώπινη δικαιοσύνη, σου φτύνω στο μούτρο. |
Los vírgenes fueron ungidas. | Λαδώθηκαν τα κορίτσια. |
“¡Bailen!, rugieron: | Χορέψτε, βροντούσανε, |
“¡He aqui una fragrancia que no se encuentra en Arabia!” | ιδού ένα άρωμα που δε θα βρίσκατε στην Αραβία. |
| |
Con una antorcha | Με μία δάδα βάλανε |
prendieron fuego a los cuerpos desnudos | φωτιά στα γυμνά κορίτσια. |
y los cuerpos calcinados rodaron | Και τα καμμένα σώματα |
hasta alcanzar la muerte... | έπεσαν στον θάνατο. |
| |
Cerré mi ventana, | Έκλεισα χτυπώντας το παντζούρι |
me senté junto a mi muerta | και κάθισα κοντά στη πεθαμένη γυναίκα |
y pregunté: “¿Cómo puedo arrancarme los ojos?" | και του ζήτησα, Πώς μπορώ ν'αποσπάσω τα μάτια μου;" |