Lingua   

Γράμματα στον Μακρυγιάννη

Ilias Andriopoulos / Ηλίας Ανδριόπουλος
Pagina della canzone con tutte le versioni


OriginaleTesto / Στίχοι / Lyrics / Paroles: Μάνος Ελευθερίου- Manos Eleftherìou M...
ΓΡΆΜΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΜΑΚΡΥΓΙΆΝΝΗ

ΘΑ ΣΕ ΞΑΝΑΒΡΩ ΣΤΟΥΣ ΜΠΑΞΕΔΕΣ

Μόνο να γράφεις τ' όνομά σου
και 'κείνο το 'μαθες μισό
να συλλαβίζεις τα όνειρά σου
στο Άργος και στον Ιλισό

Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες
τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς
και τσικουδιά στους καφενέδες
τα παλικάρια να κερνάς

Του κόσμου το στενό γεφύρι
θα το περάσουμε μαζί
θα 'ναι η καρδιά σου παραθύρι
τα λόγια σου παλιό κρασί

Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες
τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς
και τσικουδιά στους καφενέδες
τα παλικάρια να κερνάς


ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ

Τ' αηδόνια πια δε θα 'ρθουν στην Ιθάκη
μα πέρασμα θα έχει η ζωή
ο κόσμος όλος είναι μια γιορτή
απ' τη Τριπολιτσά στο Δερβενάκι.

Της λησμονιάς το χόρτο δε φυτρώνει
στα Γιάννενα, στην Άρτα, στο Μωριά
σαν αγκαλιά και σαν κληματαριά
ο δεκαπεντασύλλαβος απλώνει.

Χωρίς ψωμί και δίχως καριοφίλι
μονάχος θα μιλήσεις στο Θεό
μια Κυριακή ξημέρωμα Βαγιών
εσύ φωτιά κι ο κόσμος το φιτίλι.


ΧΤΥΠΩ ΥΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Χτυπώ την πόρτα του θεού
χτυπώ του παραδείσου
βοριάς ήρθε και φύσηξε
κι άνοιξε την δική σου.

Όσα σκαλιά κι αν ανεβώ
κι όπου η καρδιά μου φτάνει
θα με κρατάει το χέρι σου
Χριστέ και Μακρυγιάννη.

Χτυπώ την πόρτα του θεού
σε μακρινό ξωκλήσι
μα δε μ' ακούει με το βοριά
και το κερί θα σβήσει.
ΑΥΤEΣ ΟΙ ΞΈΝΕΣ ΑΓΚΑΛΙEΣ

Αυτές οι ξένες αγκαλιές
ήταν κάποτε φωλιές
κι είχαν μάτια είχαν στόμα
κι όλο σου μιλούν ακόμα
σου μιλούν και σου φωνάζουν
κι είναι σαν ν’ αναστενάζουν
σου μιλούν και σου φωνάζουν
κι είναι σαν ν’ αναστενάζουν.

Αυτά τα δέντρα στη βροχή
ήταν ανθρώποι μοναχοί
ήταν άνθρωποι δικοί μας
που αγαπήσανε μαζί μας
ποιος τους έπιασε στα δίχτυα
κι ορφανέψαν τόσα σπίτια
ποιος τους έπιασε στα δίχτυα
κι ορφανέψαν τόσα σπίτια.





Traduzione italiana / Μετέφρασε στα ιταλικά / Italian translation / Traduction italienne
Gian Piero Testa 27-11-2010


QUESTI ABBRACCI STRANIERI

Questi abbracci stranieri
furono talora nidi
e avevano occhi avevano bocche
e ancor sempre ti parlano
ti parlano e ti chiamano
e pare che sospirino
ti parlano e ti chiamano
e pare che sospirino.

Questi alberi sotto la pioggia
furono uomini solitari
erano i nostri uomini
che amarono con noi
chi li ha presi nelle reti
e le case sono vuote
chi li ha presi nelle reti
e le case sono vuote.


Pagina della canzone con tutte le versioni

Pagina principale CCG


hosted by inventati.org