Disamistade
Fabrizio De AndréOriginal | Christos Thivaios.Versione in greco cantata (e probabilmente... |
DISAMISTADE Che ci fanno queste anime davanti alla chiesa questa gente divisa questa storia sospesa andé-a-oo andé-a-oo A misura di braccio a distanza di offesa che alla pace si pensa che la pace si sfiora andé-a-oo andé-a-oo Due famiglie disarmate di sangue si schierano a resa e per tutti il dolore degli altri è dolore a metà. Si accontenta di cause leggere la guerra del cuore, il lamento di un cane abbattuto da un'ombra di passo Si soddisfa di brevi agonie sulla strada di casa uno scoppio di sangue un'assenza apparecchiata per cena. E a ogni sparo di caccia all'intorno si domanda fortuna. Che ci fanno queste figlie a ricamare a cucire queste macchie di lutto rinunciate all'amore andé-a-oo andé-a-oo Fra di loro si nasconde una speranza smarrita che il nemico la vuole che la vuol restituita andé-a-oo andé-a-oo E una fretta di mani sorprese a toccare le mani ché dev'esserci un modo di vivere senza dolore Una corsa degli occhi negli occhi a scoprire che invece è soltanto un riposo del vento, un odiare a metà. E alla parte che manca si dedica l'autorità. Ché la disamistade si oppone alla nostra sventura questa corsa del tempo a sparigliare destini e fortuna. Che ci fanno queste anime davanti alla chiesa questa gente divisa questa storia sospesa. | ΕΧΘΡΑ Ξεκαθάρισμα λογαριασμών στην πλατεία οι στοιχειωμένες καρδιές τους γκρεμισμένη εκκλησία… Όσα δεν φτάνουν τα μπράτσα η προσβολή τα τσακίζει τη ζωή όταν σκέφτονται, η ζωή μου θα τρίζει… Πόσο δίκαιη εξουσία ζυγίζει ότι έχει ο καθένας όταν ο μόνος πόνος που αντέχει είναι ο πόνος ο ξένος. Φχαριστιέται με αιτίες τιποτένιες της καρδιάς μας το μίσος το δαγκωμένο ουρλιαχτό κάποιου σκύλου, για μια σκιά στα σκουπίδια… φχαριστιέται με λίγο αίμα τυχαίο που θα δει στις ειδήσεις… Μ’ ένα πιάτο στρωμένο που απόψε κανείς δεν θα αγγίξει και η κάθε πιστολιά στον αέρα μια ικεσία στη μοίρα. Τι να κρύβουν οι γυναίκες που σκυμμένες κεντάνε αυτοί οι λεκέδες του πένθους που το πάθος ξεχνάνε… με μια ελπίδα στο στήθος σαν σημαία σκισμένη απ’ τα σκέλια τους ως το φιλί χρεωμένη… Μια ντροπή που ιδρώνει τα δάχτυλα σαν γλιστρούν σ΄ άλλα χέρια δεν μπορεί θα υπάρχει ένας τρόπος να ζεις δίχως φόβο Μια βιασύνη που βραχνιάζει τα μάτια σαν κοιτούν άλλα μάτια για να δουν πως δεν είναι αυτό αγάπη μα μίσος ξεθυμασμένο… Και έτσι πάντα τους λάκκους που ανοίγουμε τους φτυαρίζει η εξουσία… Λες και η έχθρα που νιώθουμε είναι αντίδοτο στη συμφορά μας στου καιρού το αφόρητο πείσμα να θάβει τα όνειρά μας… Ξεκαθάρισμα λογαριασμών στην πλατεία οι στοιχειωμένες καρδιές μας γκρεμισμένη εκκλησία… |